Με απλά λόγια, ο βασικός στόχος της
σχεδίασης ενός δικτύου είναι η ανάθεση συνδέσεων μεταξύ διαφόρων συσκευών
υλικού (υπολογιστών, εκτυπωτών, δρομολογητών, τερματικών κλπ), έτσι ώστε να
είναι δυνατός ο διαμοιρασμός και η κατανομή όλων των διαθέσιμων πόρων του
δικτύου.
Ο στόχος αυτός, αν και από πρώτη άποψη
φαίνεται απλοϊκός, είναι αντιθέτως εξαιρετικά πολύπλοκος και περιλαμβάνει την
εξισορρόπηση ενός πλήθους αντικρουόμενων παραγόντων και αναγκών, όπως είναι
διοικητικές, τεχνικές, πολιτικές, οικονομικές ανάγκες, ανάγκες χρηστών κλπ.
Κατά τη σχεδίαση ενός δικτύου, λοιπόν, είναι πολύ βασικό να βρεθεί το σημείο
ισορροπίας, ή αλλιώς, εκείνο το σημείο στο οποίο όλοι οι παραπάνω
παράγοντες να ικανοποιούνται εξίσου. Στο παρακάτω σχήμα απεικονίζονται οι
διάφοροι παράγοντες - διοικητικοί και τεχνικοί, οικονομικοί και πολιτικοί - οι
οποίοι επηρεάζουν και καθορίζουν την εξελικτική πορεία της σχεδίασης ενός
δικτύου.
Όπως φαίνεται στο παραπάνω σχήμα, οι παράγοντες που επηρεάζουν την πορεία της
σχεδίασης ποικίλουν. Θα μπορούσαμε τους κατατάξουμε σε δύο κατηγορίες: στην
πρώτη τους πολιτικούς και τους διοικητικούς και στη δεύτερη τους τεχνικούς.
Χάριν συντομίας, τους παράγοντες που ανήκουν στην πρώτη κατηγορία θα τους
ονομάζουμε επιχειρησιακούς παράγοντες, εκτός κι αν κάπου ρητά
αναφέρονται με διαφορετικό όνομα.
Οι επιχειρησιακοί παράγοντες μπορούν να επιδράσουν σε αρκετά μεγάλο βαθμό στην εξελικτική πορεία της σχεδίασης ενός δικτύου. Για παράδειγμα, σε μερικές επιχειρήσεις τα έξοδα που σχετίζονται με τη δικτύωσή της θεωρούνται ως «επιβάρυνση» και ως «περιττά». Μέσα σε τέτοια περιβάλλοντα είναι φυσικό να παρατηρείται μια έλλειψη επίσημης δέσμευσης και διοικητικής χρηματοδότησης όσον αφορά τη σχεδίαση και τη συντήρηση του δικτύου. Στις περιπτώσεις αυτές, είναι πιθανό, οι τελικοί χρήστες του δικτύου να αγοράζουν και να εγκαθιστούν με προσωπική τους πρωτοβουλία υλικά και λογισμικά συστατικά δίχως να υπακούουν σε κάποιον κεντρικό προϋπολογισμό ή σε κάποια συγκεκριμένη σχεδιαστική αρχή.
Το γεγονός αυτό βέβαια, δε σημαίνει ότι
δεν υπάρχει κόστος για την επιχείρηση. Αφήνοντας τους χρήστες να συντηρούν και
να ανανεώνουν το δίκτυο με δική τους πρωτοβουλία, η επιχείρηση επιβαρύνεται με
ένα κόστος ευκαιρίας, το οποίο σχετίζεται με τη χαμένη
παραγωγικότητα των υπαλλήλων, πρώτον λόγω της διακοπής της λειτουργίας του
δικτύου και δεύτερον λόγω της απόκλισής τους από την κύρια ασχολία τους σε
δευτερεύουσες εργασίες σχετικές με τη συντήρηση του δικτύου.
Από την άλλη, υπάρχουν και οργανισμοί οι
οποίοι θεωρούν το δίκτυο ως το κυκλοφοριακό τους σύστημα. Στις επιχειρήσεις
αυτές υπάρχει μεγάλη διοικητική ευθύνη και εξονυχιστικός έλεγχος όσον αφορά τη
δικτυακή σχεδίαση και υλοποίηση. Η αναγνώριση της σημαντικότητας του δικτύου
από μια επιχείρηση είναι αναγκαία και βελτιώνει κατά πολύ τις πιθανότητες ότι
το δίκτυό της (ή τα δίκτυά της) θα σχεδιαστούν και θα υλοποιηθούν σωστά. Είναι
απαραίτητη, λοιπόν, η ύπαρξη μιας συστηματικής προσέγγισης με την
οποία θα εξασφαλίζεται η εκτεταμένη αξιολόγηση και κατανόηση των κρίσιμων
δικτυακών απαιτήσεων.
Ως συστηματική προσέγγιση εννοείται η
θεώρηση όλων των απαιτήσεων από μια καθολική σκοπιά η οποία περικλείει μεθόδους
ανάλυσης από-πάνω-προς-τα-κάτω (top-down view) και από-κάτω-προς-τα-επάνω (bottom-up view). Στο κεφάλαιο αυτό περιγράφεται μια γενική
μεθοδολογία με την οποία μπορεί κανείς να επιτελέσει μια συστηματική προσέγγιση
των δικτυακών απαιτήσεων από επιχειρηματική σκοπιά, ή αλλιώς μια συστηματική
προσέγγιση επιχειρηματικής σκοπιάς. Η τελευταία αποτελεί μια top-down, καθολική θεώρηση
του πως η σχεδίαση και η υλοποίηση ενός δικτύου μπορεί να επηρεάσει ολόκληρη
την επιχείρηση. Σε επόμενα κεφάλαια θα μιλήσουμε για τη συστηματική
προσέγγιση τεχνικής σκοπιάς. Η τελευταία επικεντρώνεται σε βασικές
λεπτομέρειες υλοποίησης και σχεδιασμού του δικτύου.