Ένα δίκτυο ραχοκοκαλιάς αποτελείται από
γραμμές και κόμβους (κυρίως δρομολογητές, ή πολυπλέκτες) υψηλής χωρητικότητας,
τα οποία συγκεντρώνουν την κυκλοφορία από τα μικρότερα δίκτυα πρόσβασης. Τα
δίκτυα ραχοκοκαλιάς επιτρέπουν τη ροή ανόμοιας κυκλοφορίας να μεταφέρεται
διαμέσου μίας δικτυακής δομής ανεξάρτητα πρωτοκόλλου. Στη συνηθισμένη
περίπτωση, τα δίκτυα ραχοκοκαλιάς δομούνται ιεραρχικά με τρεις τρόπους, ανάλογα
με τις απαιτήσεις σε κόστος και σε απόδοση:
·
Ένα ή
περισσότερα δεύτερης - βαθμίδας (tier) ιδιωτικά
επικοινωνιακά δίκτυα, συνδέονται σε μεγαλύτερα, ιδιωτικά δίκτυα ραχοκοκαλιάς.
·
Ένα ή
περισσότερα δεύτερης - βαθμίδας ιδιωτικά επικοινωνιακά δίκτυα, συνδέονται σε
τοπικά δημόσια δίκτυα ραχοκοκαλιάς.
·
Ένα ή
περισσότερα δεύτερης βαθμίδας ιδιωτικά επικοινωνιακά δίκτυα, συνδέονται σε
μεγάλα δημόσια δίκτυα ραχοκοκαλιάς.
Τα ιδιωτικά δίκτυα ραχοκοκαλιάς συνήθως
αποτελούνται από κυκλώματα Τ1 ή Τ3. Η «παραδοσιακή» εναλλακτική λύση ενός ιδιωτικού
δικτύου ραχοκοκαλιάς, το δημόσιο Χ.25 δίκτυο, έχει μέγιστη χωρητικότητα 56 Kbps και συνεπώς δεν είναι κατάλληλο για δια-δικτύωση
υψηλών ταχυτήτων, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της LAN-to-WAN συνδεσιμότητας.
Από τις λιγοστές επιλογές που προσφέρουν υψηλό εύρος ζώνης και γρήγορο ρυθμό
μετάδοσης, στις οποίες περιλαμβάνονται οι frame relay, SMDS, και ΑΤΜ, η frame relay θεωρείται μια από τις πιο δημοφιλείς γιατί υποστηρίζει και ιδιωτική και
δημόσια δικτύωση ταυτόχρονα. Οι άλλες δύο επιλογές υποστηρίζουν μόνο δημόσια
δικτύωση.