4. ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΚΤΥΩΝ    (Περιεχόμενα)

 

Οι πρώτες ημέρες των δικτύων χαρακτηρίζονταν από πολλούς κατασκευαστές υπολογιστών, όπου ο κάθε κατασκευαστής χρησιμοποιούσε τα δικά του επικοινωνιακά πρωτόκολλα. Αυτή η κατάσταση, όμως, οδήγησε στο αρνητικό αποτέλεσμα, όπου οι χρήστες εκείνοι που είχαν υπολογιστές από διαφορετικούς κατασκευαστές δε μπορούσαν να τους συνδέσουν σε ένα δίκτυο, με συνέπεια να επικρατεί ένα ολοκληρωτικό χάος. Το χάος αυτό οδήγησε τους χρήστες να απαιτήσουν τυποποίηση.

Τα πρότυπα ανήκουν σε δύο γενικές κατηγορίες: de facto και de jure. Τα πρότυπα De facto (λατινική έκφραση που σημαίνει «εκ του γεγονότος») είναι εκείνα τα στάνταρ τα οποία απλώς εδραιώθηκαν, χωρίς να έχει υπάρξει κάποιος επίσημος σχεδιασμός. Τα πρότυπα De jure (λατινική έκφραση που σημαίνει «από το νόμο»), είναι πρότυπα που έχουν εδραιωθεί επίσημα από κάποια εξουσιοδοτημένο σώμα τυποποίησης.

Οι διεθνείς οργανισμοί τυποποίησης γενικά χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: εκείνες που έχουν συσταθεί μέσω συνθηκών ανάμεσα στις κυβερνήσεις των κρατών και εκείνες οι οποίες είναι εθελοντικές και δε βασίζονται σε κάποια συνθήκη ή οποιουδήποτε τύπου συμφωνία. Στο χώρο των στάνταρ των δικτύων υπολογιστών, υπάρχουν πολλοί οργανισμοί από τον κάθε τύπο οι οποίοι επεξήγονται παρακάτω.

4.1     Ο ΧΩΡΟΣ ΤΩΝ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ    (Περιεχόμενα)

Το νομικό καθεστώς των τηλεπικοινωνιακών οργανισμών ποικίλει από χώρα σε χώρα. Από τη μια μεριά υπάρχει η Αμερική, η οποία αποτελείται από πάρα πολλές ξεχωριστές ιδιωτικές τηλεπικοινωνιακές εταιρείες. Πριν τη διάσπασή της, η ΑΤ&Τ, ήταν η μεγαλύτερη εταιρεία σε ολόκληρο τον κόσμο κυριαρχώντας στον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Παρείχε τηλεφωνικές υπηρεσίες στο μεγαλύτερο ποσοστό των αμερικανικών τηλεφώνων και ήταν εξαπλωμένη στο μισό περίπου της γεωγραφικής έκτασης της Αμερικής. Όλες οι υπόλοιπες τηλεπικοινωνιακές εταιρείες εξυπηρετούσαν τον υπόλοιπο πελατειακό πληθυσμό (περίπου 20%). Από την ώρα, όμως, που διασπάστηκε, συνέχισε να παρέχει τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες μεγάλων αποστάσεων, αλλά ο ανταγωνισμός με τις υπόλοιπες εταιρείες αυξήθηκε σημαντικά.

Οι εταιρείες στις Ηνωμένες Πολιτείες που παρέχουν υπηρεσίες επικοινωνιών στο κοινό ονομάζονται κοινοί φορείς (common carriers). Οι προσφορές τους και οι τιμές τους περιγράφονται από ένα έγγραφο, το οποίο ονομάζεται τιμολόγιο και το οποίο θα πρέπει να εγκριθεί από την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών (Federal Communications Committee) για την παροχή «διαπολιτειακής» και διεθνούς κυκλοφορίας και από τις Επιτροπές Κοινής Ωφέλειας (state public utilities) για την ενδοπολιτειακή κυκλοφορία.

Στο άλλο άκρο βρίσκονται οι χώρες εκείνες όπου η κυβέρνηση κατέχει το μονοπώλιο σε όλα τα ήδη των επικοινωνιών (ραδιόφωνο, τηλεόραση, ταχυδρομείο, τηλέφωνο κλπ). Στις περιπτώσεις αυτές, η τηλεπικοινωνιακή αρχή που χειρίζεται τα επικοινωνιακά θέματα της χώρας είναι μια εθνικοποιημένη εταιρεία, συνήθως γνωστή με το όνομα PTT (Post, Telegraph & Telephone administration - Διαχείριση του Ταχυδρομείου, του Τηλεγράφου και του Τηλεφώνου).

Με όλους αυτούς τους διαφορετικούς προμηθευτές υπηρεσιών, υπάρχει ξεκάθαρα η ανάγκη της συμβατότητας σε παγκόσμιο επίπεδο, έτσι ώστε να μπορούν και οι άνθρωποι αλλά και οι υπολογιστές να επικοινωνήσουν μεταξύ τους. Το 1865 ιδρύθηκε η ITU (International Telecommunications Union). Ο κύριος σκοπός της ήταν η τυποποίηση των διεθνών τηλεπικοινωνιών.

Η ITU αποτελείται από τρία τμήματα:

  1. Τομέας των ραδιοεπικοινωνιών (ITU-R)
  2. Τομέας της τυποποίησης των τηλεπικοινωνιών (ITU-T)
  3. Τομέας της ανάπτυξης (ITU-D)

Τα μέλη της ITU-T κατατάσσονται σε πέντε κλάσεις:

  1. Διοικήσεις (Administrations) (π.χ. PTTs)
  2. Αναγνωρισμένες ιδιωτικές εταιρείες (π.χ. AT&T, MCI, British Telecom)
  3. Περιφερειακοί τηλεπικοινωνιακοί οργανισμοί (π.χ. το ευρωπαϊκό ETSI)
  4. Προμηθευτές τηλεπικοινωνιών και επιστημονικοί οργανισμοί
  5. Άλλοι ενδιαφερόμενοι οργανισμοί

Η ITU-T αποτελείται από περίπου 200 διοικήσεις, 100 ιδιωτικές εταιρείες, και αρκετές εκατοντάδες άλλα μέλη. Από τα μέλη, αυτοί που μπορούν να ψηφίζουν είναι μόνο οι διοικήσεις, αλλά όλα τα μέλη μπορούν να συμμετέχουν στο έργο της ITU-T.

Ο σκοπός της ITU-T είναι να κάνει τεχνικές συστάσεις για την τηλεφωνία, την τηλεγραφία και τα συστήματα διασύνδεσης των επικοινωνιακών συστημάτων δεδομένων. Αυτές οι συστάσεις, συχνά γίνονται διεθνή πρότυπα, όπως είναι για παράδειγμα το πρότυπο V.34 το οποίο προσδιορίζει τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να επικοινωνούν μεταξύ τους τα modems μέσω των τηλεφωνικών γραμμών (διαμορφωτές / αποδιαμορφωτές) με ταχύτητες 28.800 bps χωρίς συμπίεση, ενώ με συμπίεση το πρότυπο αυτό επιτρέπει ταχύτητες μετάδοσης μέχρι 33.600 bps. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι συστάσεις που γίνονται από την ITU-T είναι απλά και μόνο συστάσεις και μπορούν είτε να γίνουν αποδεκτές, είτε να αγνοηθούν από τις κυβερνήσεις.

Τελειώνοντας, εκεί όπου λαμβάνει χώρα η περισσότερη δουλειά στην ITU-T είναι στις ομάδες μελέτης (Study Groups), οι οποίες αποτελούνται από πολλά μέλη (της τάξης των 300 ή των 400 μελών). Για να μπορεί να γίνει σωστή κατανομή της εργασίας, οι ομάδες μελέτης διαχωρίζονται σε ομάδες εργασίας (Working Parties), οι οποίες με τη σειρά τους διαχωρίζονται σε Ομάδες Ειδικών (Expert Teams), οι οποίες κι αυτές διαχωρίζονται σε ad-hoc groups.